- Προνόμου
- Πρόνομοςgrazing forwardmasc gen sg
Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες). 2014.
Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες). 2014.
Προνόμου, κρατήρας του- — Ελληνικός κρατήρας των αρχών του 4ου αι. π.Χ., στον οποίο εικονίζεται σκηνή αρχαίου δράματος. Ένα από τα πρόσωπα που εικονίζονται είναι ο Θηβαίος αυλητής Πρόνομος, που το όνομά του δόθηκε και στον κρατήρα. Ο κρατήρας αυτός, που βρίσκεται σε… … Dictionary of Greek
προνόμου — πρόνομος grazing forward masc/fem/neut gen sg … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)